ήρθε ο Θεός και ζήτησε
και πήρε τον Δικό μου,
τον άνθρωπό, τον συγγενή, το φίλο, κάποιον που γνωρίζω.
και τώρα πάω στην εκκλησιά, μπροστά στο εικονοστάσι,
βλέπω Χριστό και Παναγιά κι απορώ και λέγω,
γιατί τον πήρες Κύριε και τώρα τι θα κάνω;
και εσύ γλυκιά μου Δέσποινα, τον πόνο πως να αντέξω;
κι απάντηση δεν έλαβα ...
και γύρισα στο σπίτι ... μεσ' το δωμάτιο κλείστηκα, την προσευχή μου κάνω
ξυπνώ κοιμούμαι και ξυπνώ,
κοντεύω να αποκάμω.
μα ε ξάφνου συλλογίζομαι, σκιρτούν τα σωθικά μου.
όπου ο 'δικός μου' κίνησε, ταξίδι ελευθερίας,
εγώ θα κλαίγω που έλειψε, το σώμα από κοντά μου;
Τώρα Θεέ μου που μπορώ, ότι του λέω να ακούει;
τώρα που εξ αιτίας του, μαζί σου εγώ μιλάω;
Τώρα που εγώ για χάρη του, θα κάνω ελεημοσύνες;
Ωσάν δωράκια ανεκτίμητα, για την καλή Ψυχή του;
Λοιπόν, τώρα ο άνθρωπός μου, είναι πολύ κοντά μου.
Είναι μεσ' την καρδιά μου.
Δια την Αθανασία, Ιωάννης ό Φίλος .14
και πήρε τον Δικό μου,
τον άνθρωπό, τον συγγενή, το φίλο, κάποιον που γνωρίζω.
και τώρα πάω στην εκκλησιά, μπροστά στο εικονοστάσι,
βλέπω Χριστό και Παναγιά κι απορώ και λέγω,
γιατί τον πήρες Κύριε και τώρα τι θα κάνω;
και εσύ γλυκιά μου Δέσποινα, τον πόνο πως να αντέξω;
κι απάντηση δεν έλαβα ...
και γύρισα στο σπίτι ... μεσ' το δωμάτιο κλείστηκα, την προσευχή μου κάνω
ξυπνώ κοιμούμαι και ξυπνώ,
κοντεύω να αποκάμω.
μα ε ξάφνου συλλογίζομαι, σκιρτούν τα σωθικά μου.
όπου ο 'δικός μου' κίνησε, ταξίδι ελευθερίας,
εγώ θα κλαίγω που έλειψε, το σώμα από κοντά μου;
Τώρα Θεέ μου που μπορώ, ότι του λέω να ακούει;
τώρα που εξ αιτίας του, μαζί σου εγώ μιλάω;
Τώρα που εγώ για χάρη του, θα κάνω ελεημοσύνες;
Ωσάν δωράκια ανεκτίμητα, για την καλή Ψυχή του;
Λοιπόν, τώρα ο άνθρωπός μου, είναι πολύ κοντά μου.
Είναι μεσ' την καρδιά μου.
Δια την Αθανασία, Ιωάννης ό Φίλος .14